ΝΕΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
Πληκτρολόγησε μια λέξη-κλειδί που σε ενδιαφέρει

AdBlock Detection Block

Επιτρέψτε τις διαφημίσεις στον ιστότοπό μας

Φαίνεται πως χρησιμοποιείτε κάποιο πρόγραμμα (ad blocking) αποκλεισμού διαφημίσεων.
Στηρίξτε μας για έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση.

Κολπίτιδες και εγκυμοσύνη: ένα γνωστό και σύνθετο πρόβλημα!

Η έγκυος έχει δικαίωμα, όπως κάθε γυναίκα, να απολαμβάνει τις χαρές του καλοκαιριού και σε αυτή την περίοδο της ζωής της. Όμως το καλοκαίρι, όπως είναι φυσικό, κρύβει κινδύνους και για την έγκυο και μάλιστα σε μεγαλύτερη ίσως συχνότητα από ότι σε οποιαδήποτε άλλη γυναίκα.
4
'

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης οι κινήσεις της εγκύου γίνονται πιο δύσκολες και πολλές φόρες αυτό μπορεί να επηρεάσει την ευκολία με την οποία η έγκυος φροντίζει την τοπική της υγιεινή. Επίσης, άλλα πρόσθετα προβλήματα μπορεί να είναι η αυξημένη εφίδρωση στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, λόγω ζέστης. Επιπλέον, η αύξηση του μεγέθους της κοιλιάς, αλλά και των μηρών, περιορίζει τον άνετο αερισμό της περιοχής.

Τέλος, πολύ σημαντικός λόγος που ευνοεί την ανάπτυξη κολπίτιδας στην έγκυο είναι οι ορμονικές αλλαγές που τροποποιούν τη φυσιολογική χλωρίδα του κόλπου, με τελικό αποτέλεσμα την ευκολότερη ανάπτυξη μικροβίων στην περιοχή.

Τα κλασικά συμπτώματα της κολπίτιδας είναι τα ίδια με τις γυναίκες που δεν είναι έγκυες:

  • αυξημένα κολπικά υγρά, που μπορεί να είναι και δύσοσμα
  • φαγούρα ή/και πόνος
  • οίδημα («πρήξιμο») των χειλέων του αιδοίου

Τα μικρόβια που είναι υπεύθυνα για τις κολπίτιδες μπορεί να μεταδοθούν στη γυναίκα, είτε κατά τη διάρκεια της καθημερινής της ζωής όπως χρήση ακάθαρτης τουαλέτας, από την παραλία, από απρόσεκτη υγιεινή της ευαίσθητης περιοχής, από κακό σκούπισμα στην τουαλέτα, από βρώμικα χέρια,  είτε να μεταδοθούν με τη σεξουαλική επαφή.

Ποια είναι τα συχνότερα μικροβια;

Ο στρεπτόκοκκος της ομάδας Β (GBS) 

Μεταφέρεται συνηθέστερα από το έντερο στο γεννητικό σύστημα. Η παρουσία του είναι συνήθως παροδική αλλά μπορεί να γίνει και μόνιμη. Υπάρχει περίπου στο 20-30% των εγκύων, χωρίς να εμφανίζονται συμπτώματα. Μπορεί να προκαλέσει ουρολοίμωξη, ή σοβαρή φλεγμονή στη μήτρα. Οι έγκυες με αυτό το μικρόβιο έχουν 50% πιθανότητες να το μεταδώσουν στο μωρό τους κατά τη διάρκεια του τοκετού. Ευτυχώς, μονό το 2% από αυτά τα νεογνά θα εμφανίσει λοίμωξη, που μπορεί όμως να καταλήξει σε σοβαρά προβλήματα. Απαραίτητη είναι η εξέταση με καλλιέργειες κολπικού υγρού και σε περίπτωση λοίμωξης η έγκυος πρέπει να λαμβάνει θεραπεία.

Μυκητιάσεις

Ο συχνότερος μύκητας είναι ο Candida albicans. Τα συμπτώματα που προκαλεί είναι η αύξηση των κολπικών υγρών, η ερυθρότητα και ο κνησμός (φαγούρα), χωρίς να δημιουργούν ιδιαίτερους κινδύνους για τη μητέρα και το έμβρυο.

Η εγκυμοσύνη δημιουργεί συνθήκες για ευκολότερη ανάπτυξη μιας μυκητιάσεις, λόγω αύξησης των ορμονών και της αλλαγής το pH του κόλπου. Η αντιμετώπιση της γίνεται με κολπικά υπόθετα και αλοιφών, καθώς τα αντιμυκητιασικά χάπια πρέπει να αποφεύγονται στη διάρκεια της κύησης.

Bacterial Vaginosis

Προκαλεί δύσοσμη και φαιόχρωμη κολπική έκκριση και οφείλεται συνήθως σε Gardnerella Vaginalis, Bacteroides και άλλα. Κατά τη διάρκεια της κύησης μπορεί να προκαλέσει πρόωρο τοκετό και λοίμωξη της μήτρας, τόσο κατά τον τοκετό όσο και κατά τη λοχεία, ενώ σπάνια μπορεί να δημιουργήσει λοίμωξη στο νεογνό. Η θεραπεία στις εγκύους πρέπει να τροποποιείται, καθώς τα φάρμακα που δίνονται συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις απαγορεύονται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Στην περίπτωση αυτή δεν χρειάζεται θεραπεία για τoν σύντροφο.

Τριχομοναδική κολπίτιδα

Η Trichomonas vaginalis είναι ένα παράσιτο, το οποίο προκαλεί κολπίτιδα αλλά έχει ενοχοποιηθεί και για πρόωρο τοκετό και λοίμωξη της μήτρας μετά τον τοκετό. Η θεραπεία γίνεται με υπόθετα, καθώς η αντιβιοτική ουσία που είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της απαγορεύεται να ληφθεί από το στόμα κατά τη διάρκεια  της  κύησης.

 

Βλεννόρροια

Η βλεννόρροια ή γονοκοκκική ουρηθρίτιδα εκδηλώνεται στη γυναίκα, αρχικά, με ήπια συμπτώματα αλλά συνήθως μετά από λίγες ημέρες παρουσιάζονται πυώδη και δύσοσμα κολπικά υγρά με αίσθημα κνησμού («φαγούρας») και πόνου.

Αν η φλεγμονή δεν αντιμετωπιστεί με κατάλληλη θεραπεία, τότε τα συμπτώματα υποχωρούν και αρχίζουν προοδευτικά οι χρόνιες επιπλοκές, που στη μη-έγκυο γυναίκα μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη των σαλπίγγων και υπογονιμότητα ή σπανιότερα ακόμα πιο σοβαρές επιπλοκές.

Στις έγκυες δεν εμφανίζονται συνήθως συμπτώματα. Η διάγνωση γίνεται και εδώ με την καλλιέργεια κολπικού και τραχηλικού υγρού. Κατά τα διάρκεια της κύησης είναι δυνατό να προκληθεί μόλυνση του πλακούντα, των υμένων και του ομφαλίου λώρου και του εμβρύου. Πιθανά προκαλεί με πρόωρο τοκετό και ενδομητρίτιδα της λοχείας. Φυσικά, σήμερα, οι επιπλοκές αυτές προλαμβάνονται, καθώς η διάγνωση και η αντιμετώπιση γίνονται έγκαιρα. Μετά τον τοκετό, το νεογνό πρέπει να εξετάζεται προσεκτικά για πιθανή παρουσία της νόσου.

 

Μυκόπλασμα γεννητικών οργάνων 

Τα μυκοπλάσματα έχουν αναφερθεί ως αίτια πρόκλησης υπογονιμότητας, αυτόματων αποβολών, ενδομήτριων θανάτων, λοίμωξης των υμένων, λοιμώξεων στη λοχεία και γέννησης νεογνών με χαμηλό σωματικό βάρος.

Τα νεογνά μολύνονται κατά το πέρασμα τους από τον τράχηλο και τον κόλπο της μητέρας, κατά τη διάρκεια του φυσιολογικού τοκετού. Η διάγνωση της παρουσίας των μυκοπλασμάτων γίνεται με ειδικές καλλιέργειες, μετά τη λήψη υγρού από τον κόλπο και τον τράχηλο. Οι επιπτώσεις της παρουσίας των μυκοπλασμάτων στην κύηση δεν είναι ακόμη ξεκαθαρισμένη. Παρ’ όλα αυτά, είναι σχεδόν επιβεβαιωμένο ότι σχετίζεται με επαναλαμβανόμενες αποβολές, πρόωρο τοκετό ή πρόωρη ρήξη των υμένων.

Η θεραπεία βασίζεται στη χορήγηση αντιβιοτικών. Κατά τη διάρκεια της κύησης αποφεύγουμε τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται σε μη-έγκυες και χορηγούμε εναλλακτική αντιβιοτική θεραπεία.

 

Λοιμώξεις από χλαμύδια

Τα Chlamydia trachomatis  έχουν σαν έδρα τους τον τράχηλο της μήτρας τόσο κατά τη διάρκεια της κύησης, όσο και εκτός. Η επίπτωση των χλαμυδίων στην κύηση δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί και ο έλεγχος για την ανίχνευσή τους δεν έχει καθιερωθεί στο πλαίσιο του τακτικού προγεννητικού ελέγχου. 

Η παρουσία των χλαμυδίων, κατά την κύηση, μπορεί να προκαλέσει πολλές μαιευτικές επιπλοκές στο νεογνό, με συχνότερες την επιπεφυκίτιδα και την πνευμονία, αλλά και άλλες πιο σπάνιες λοιμώξεις. Όπως και σε άλλες κολπίτιδες που προαναφέραμε, έτσι και στις χλαμυδιακές κολπίτιδες, η θεραπεία των εγκύων πρέπει να τροποποιηθεί καθώς τα φάρμακα που χρησιμοποιούμε εκτός εγκυμοσύνης, πρέπει να αποφεύγονται.

Σε γενικές γραμμές, η έγκυος έχει τις ίδιες ή και ακόμα μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσει μια κολπίτιδα, σε σύγκριση με της μη-έγκυες γυναίκες. Τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργηθούν μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά την εξέλιξη της εγκυμοσύνης. Για το λόγο αυτό, η έγκυος πρέπει να έχει μια καλή συνεργασία με το γυναικολόγο. Σκοπός μας είναι να μπορέσουμε να επισημάνουμε  το πρόβλημα νωρίς, ώστε να παρέμβουμε θεραπευτικά όσο το δυνατό συντομότερα. Με μια κατάλληλα προσαρμοσμένη στις ανάγκες της εγκυμοσύνης θεραπεία, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τη λοίμωξη και να χαρίσουμε στη γυναίκα μια καλή και ασφαλή εγκυμοσύνη. 

Αγαπημένο